Τρίτη 5 Φεβρουαρίου 2008

815. ΑΚΡΙΣΙΑ


[Έλλειψις κρίσεως]
Ουσ. ακρισία, κριτική νωθρεία, {άνοια, 793}, {επιπολαιότης, 806}, {παραλογισμός, 813}. [αθώα ακρισία] αγαθότης, απλοϊκότης, αφέλεια, παιδικότης, {μωροπιστία, 867}. [προσποιητή] {κουτοπονηριά, 1374}.
[έλλειψις συνέσεως] ασυνεσία, αφροσύνη, κ. αμυαλιά, {απερισκεψία, 1402}. [παιδική συμπεριφορά ενηλίκου] παιδαριωδία, κ. παιδιάρισμα.
[άνευ κρίσεως ομιλία] ακριτο-έπεια, -λογία, -μυθία, {μωρολογία, 916}. [άκριτος λόγος] ακριτο-λόγημα, -μυθία.
επισκότησις-, συσκότισις -της κρίσεως, -του νου, τύφλωσις, {απομώρανσις, 793}.
[ο απηχών ακρίτως ξένας γνώμας] κύμβαλον αλαλάζον.
Ρ.αμ. είμαι -ασύνετος κλπ. επίθ., ενεργώ-, φέρομαι-ασυνέτως, ασυνετώ, αφρονώ, {αλογιστώ, 806}. [κρίνω κακώς] παραγνωρίζω. [δεν αντιλαμβάνομαι τα γύρω μου κακώς κείμενα] τυφλώττω.
[ομιλώ ακρίτως] ακριτο-λογώ, -μυθώ, {παραλογίζομαι, 813}.
Ρ.μ. επισκοτίζω-, συσκοτίζω- την κρίσην, τυφλώνω.

................
ΑΝΤΙΛΕΞΙΚΟΝ
Ή
ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΟΝ
ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ
ΥΠΟ ΘΕΟΛ.ΒΟΣΤΑΝΤΖΟΓΛΟΥ
ΑΘΗΝΑΙ
1998

Δεν υπάρχουν σχόλια: