Τετάρτη 30 Ιανουαρίου 2008

ΙΝΤΕΡΜΕΔΙΟ ΠΡΩΤΟ

IV
***
Όλα σπασμένα όλα ανεπανόρθωτα το είπες
όλα σπασμένα όλα έχουν σκοτωθεί
όλα κρεμάστηκαν μες στο κλειστό τους σώμα
Ξύλινα χρώματα παλιά και ραγισμένα
Και συ αυτοκτονείς με τα ξυμένα σου μολύβια
Και δε μπορείς να βρεις το χρώμα της ψυχής σου
Κι ένα καμένο πρωινό δε θα το βρεις δε θα το βρεις
Ποτέ σου δε θα τό'βρεις
Γιατί δεν έχει τέλος η συνάντηση
όλα τα χρώματα κατρακυλήσαν απ'τους πίνακες
Καμιά αρχή κανένα τέλος
Δεν έχει πια αρχή δεν έχει τέλος πια
Δεν επιπλέει πια δε σώζεται
Με τίποτα το πρόσωπό σου

Αν όλο το πρόσωπό σου απαντούσε τώρα
Αν όλο το πρόσωπό σου απαντούσε
Το φεγγάρι τα σφαγμένα χόρτα
Η άσπρη χαρά του επιταφίου
Του ύπνου σου οι αγριάδες δε θά'ταν τώρα

Αν όλο το πρόσωπό σου απαντούσε τώρα

Μνήμη μου τί καταπίνεις τούτο το χειμώνα
Αόριστο έρωτα άνοιξη μήνα

Αλέξης Τραϊανός
"Η κλεψύδρα με τις στάχτες"
εκδ. Εγνατία, 1975

Κυριακή 27 Ιανουαρίου 2008

ΑΤΕΛΕΙΩΤΗ ΕΚΔΡΟΜΗ

Γαλάζια πεύκα τρέχουν στο μυαλό μου
σε τούτη την αξέχαστη εκδρομή,
τα σύνεργα σκουριάσαν στο γυλιό μου,
βαρέθηκα να είμαι στη γραμμή.
Στη γραμμή σαν στρατιώτες που πηγαίνουν
στον άλλο κόσμο, που γυρνούν και δεν πεθαίνουν.
Γυναίκες μαύρες κι είναι τρομαγμένες,
τσιγκέλι ο κόσμος δίχως ουρανό,
στραγγίζει το κορμί μου στους μπαξέδες,
με γδέρνουν σαν μοσχάρι και πονώ.
Δεν είμ' εδώ γι' αυτούς που με ζητάνε
είναι κλειστό το μαγαζί και δεν πουλάμε.
Αράζουν οι χωριάτες στα βαγόνια
και τρώνε το κασέρι με ψωμί,
στα μάτια τους τα τρομαγμένα χρόνια,
χάρτινα χρόνια, χάρτινη ζωή.
Δεν είμαι 'γω αυτός που κυνηγάτε
λάθος η πόρτα κι ο αριθμός μη με ρωτάτε.
Πικρός αέρας μέσα στη ζωή μου
παραμονεύει ο θάνατος κρυφά,
μη μου χαλάς αυτή την εκδρομή μου
μη με γυρίζεις πίσω στα παλιά.
Αυτά που θέλω να σου πώ δεν τα θυμάσαι
κλείνεις τα μάτια,μα το ξέρω δεν κοιμάσαι.

Στίχοι: Μάνος Ελευθερίου
Μουσική: Θανάσης Γκαϊφύλιας

Πέμπτη 24 Ιανουαρίου 2008

"Odeur du temps, brin de bruyère.."

Signe
Je suis soumis au Chef du Signe de l'Automne
Partant j'aime les fruits je déteste les fleurs
Je regrette chacun des baisers que je donne
Tel un noyer gaulé dit au vent ses douleurs
Mon Automne éternelle ô ma saison mentale
Les mains des amantes d'antan jonchent ton sol
Une épouse me suit c'est mon ombre fatale
Les colombes ce soir prennent leur dernier vol

Guillaume Apollinaire
"Alcools"

Τρίτη 22 Ιανουαρίου 2008

"ALLONS PLUS VITE NOM DE DIEU"

J'ai bâti une maison
au milieu de l'Océan
Ses fenêtres sont les fleuves
qui s'écoulent de mes yeux
Des poulpes grouillent partout
où se tiennent les murailles
Entendez battre leur triple coeur
et leur bec cogner aux vitres.

Guillaume Apollinaire
"Calligrammes"

Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2008

ΤΟ ΡΟΛΟΪ

Οι Κινέζοι βλέπουν την ώρα μέσα στα μάτια των γάτων.
Μια μέρα ένας ιεραπόστολος, τριγυρνώντας στα περίχωρα του Νανκίν, παρατήρησε ότι είχε ξεχάσει το ρολόι του και ρώτησε ένα μικρό αγόρι τί ώρα ήταν.
Το χαμίνι της ουράνιας Αυτοκρατορίας δίστασε στην αρχή, έπειτα, αλλάζοντας γνώμη, απάντησε: "Θα σας το πω¨. Μετά λίγα λεπτά, ξαναφάνηκε, κρατώντας στην αγκαλιά του ένα πολύ χοντρό άσπρο γάτο και κοιτώντας τον μέσα στο άσπρο των ματιών, βεβαίωσε χωρίς δισταγμό: "Δεν είναι ακόμα ολότελα μεσημέρι". Πράγμα που ήταν αλήθεια.
Για μένα, αν σκύβω πάνω από την ωραία Αιλουροειδή, την τόσο σωστά βαφτισμένη, που είναι ταυτόχρονα η δόξα του φύλου της, η περηφάνια της καρδιάς μου και το άρωμα του πνεύματός μου, είτε είναι νύχτα, είτε είναι μέρα, μέσα στο άπλετο φως ή μέσα στη διαπεραστική σκιά, στο βάθος αυτών των αξιολάτρευτων ματιών βλέπω πάντα την ώρα καθαρά, πάντα την ίδια, μια ώρα απέραντη, επίσημη, μεγάλη όπως το διάστημα, χωρίς υποδιαιρέσεις λεπτών ούτε δευτερολέπτων, - μια ώρα ακίνητη που δεν είναι σημειωμένη στα ρολόγια - και ωστόσο ελαφριά σα στεναγμό, γρήγορη σα μια ματιά.
Και, αν κάποιος ενοχλητικός ερχόταν να με ανησυχήσει όσο το βλέμμα μου αναπαύεται πάνω σ'αυτή την εξαίσια πλάκα ρολογιού, άν κάποιο Πνεύμα ανέντιμο και μισαλλόδοξο, κάποιο Δαιμόνιο της αναποδιάς μου'λεγε : " Τί κοιτάς εκεί με τόση φροντίδα; Τί ψάχνεις μέσα στα μάτια αυτού του πλάσματος; Βλέπεις εκεί την ώρα, άσωτε και τεμπέλη θνητέ;" θα απαντούσα χωρίς δισταγμό: " Ναι, βλέπω την ώρα, είναι η Αιωνιότητα! "
Δεν είναι έτσι, κυρία, πως αυτό είναι ένα μαδριγάλι πραγματικά αξιόλογο, και το ίδιο εμφαντικό με σας την ίδια; Στ'αλήθεια, ευχαριστήθηκα τόσο σκαρώνοντας αυτό το φιλοφρόνημα αξιώσεων, που δεν θα σας ζητήσω τίποτα για αντάλλαγμα.

Charles Baudelaire: "Petits poèmes en prose"
εκδ. ΙΚΑΡΟΣ, 1989
Μετ. Εύα Μυλωνά

Τετάρτη 16 Ιανουαρίου 2008

UN RAGAZZO DI STRADA

Io sono quel che sono
non faccio la vita che fai
io vivo ai margini della cità
non vivo come te
Io sono un poco di buono
lasciami in pace perché
sono un ragazzo di strada
e tu ti prendi gioco di me
Tu sei di un altro mondo
hai tutto quello che vuoi
conosco quel che vale
una ragazza come te.

Τραγούδι: Tonino Carotone
Μουσική/Στίχοι: Tucher/Mantz/Nisa

Τρίτη 15 Ιανουαρίου 2008

ΤΟ ΣΚΑΚΙ

'Ελα να παίξουμε.
Θα σου χαρίσω τη βασίλισσά μου
('Ηταν για μένα μια φορά η αγαπημένη)
Τώρα δεν έχω πια αγαπημένη)
Θα σου χαρίσω τους πύργους μου
(Τώρα πια δεν πυροβολώ τους φίλους μου
'Εχουν πεθάνει καιρό πριν από μένα)
Κι ο βασιλιάς αυτός δεν ήτανε ποτέ δικός μου
Κι ύστερα τόσους στρατιώτες τι τους θέλω;
(Τραβάνε μπρος, τυφλοί, χωρίς καν όνειρα)
'Ολα, και τ' άλογά μου θα σ' τα δώσω
Μονάχα ετούτον τον τρελό μου θα κρατήσω
Που ξέρει μόνο σ' ένα χρώμα να πηγαίνει
Δρασκελώντας τη μια άκρη ως την άλλη
Γελώντας μπρος στις τόσες πανοπλίες σου
Μπαίνοντας μέσα στις γραμμές σου ξαφνικά
Αναστατώνοντας τις στέρεες παρατάξεις.
Κι αυτή δεν έχει τέλος η παρτίδα.

Μανόλης Αναγνωστάκης

Κυριακή 13 Ιανουαρίου 2008

ΟΙ ΣΠΟΝΔΥΛΟΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ

ΥΠΕΡΚΕΙΜΕΝΗ
Η μέρα σήμερα είναι γαλάζια
Τα φύλλα της είναι πράσινα
Τα τριαντάφυλλά της είναι κίτρινα
Τα νύχια κατακόκκινα
Στον άνεμό της πλαταγίζουν οι σημαίες των μπαλκονιών
Στο μπαλκόνι λύνουν τα μαλλιά τους οι χθεσινές εσπερίδες
Οι εραστές τους ριγούν
Τα βραχιόλια τους είναι σαν λέξεις στιλπνές
Σαν αυτές που προφέρουν οι εσπερίδες στον ύπνο τους
Κανείς ακόμα δεν κατόρθωσε να τις δαμάση
Είναι ωραίες και λάμπουν στον ήλιο
Είναι ωραίες και λάμπουν στο σκότος
Η σκοτοδίνη δεν τις τρομάζει
Γύρω από τα χείλη που τις προφέρουν αναπηδούν αναλαμπές
Ανθρωποι σκοτεινοί διαξιφίζονται στον άνεμο ποιός να τις πρωτοπάρη
Οι δρόμοι είναι γιομάτοι σπίτια
Τα σπίτια είναι γιομάτα ανθρώπους που παρακολουθούν εναγωνίως τους διαξιφιζομένους
Οι διαξιφιζόμενοι χαιρετούν τον καίσαρα
Αίφνης ένας τρυπά τον πέπλο της νυκτός
Και η ημέρα πηδά στην άμμο
Όλοι την παρακολουθούν
Όλοι την ικετεύουν
Όλοι την ονομάζουν Σήμερα
Ήμερα κοπάδια την ακολουθούν και τα μάτια της είναι γαλάζια.

Ανδρέας Εμπειρίκος
"Ενδοχώρα", εκδ. Πλειάς, 1974

Παρασκευή 11 Ιανουαρίου 2008

Il semble bien qu'il existe deux types d'hommes: en poussant les choses à l'extrême, il y a ceux qui pensent que tout événement survenant dans le monde a une cause et une finalité, et ceux qui croient que Dieu joue aux dés et que les événements sont tous parfaitement aléatoires. Les déterministes ont du mal à accepter le côté aléatoire de certains événements, parce que leur esprit refuse le désordre, l'absence de cause. La plupart des gens sont naturellement enclins au déterminisme, par besoin de sécurité; ce qui les incite à rechercher les 'raisons' pour lesquelles les choses arrivent, même si ces raisons sont parfois extrêmement 'tirées par les cheveux'.
Heinz Pagels 1939-1988
"L'Univers Quantique"
InterÉditions, trad. Jacques Corday

Πέμπτη 10 Ιανουαρίου 2008

Η ΜΟΛΥΒΙΑ

Μια μολυβιά μέσα στης μοίρας το τετράδιο
είν'η ζωή του καθενός
μια γομολάστιχα ο θάνατος και αύριο
σε μια στιγμή τα πάντα γίνονται καπνός.
Μια μολυβιά που σβήνει και δεν αφήνει
ούτ'ένα ίχνος πουθενά
ένα μικρό σημάδι που μές στον Άδη
χάνεται και δεν γυρνά
είν'η ζωή μια μολυβιά.
Μια μολυβιά κακογραμμένη που ξεθώριασε
και η πικρή μου η ζωή
σαν δυνατός βοριάς η μοίρα μου τα σώριασε
φύλλα ξερά όλα τα όνειρα στη γη.

Τραγούδι: Μανώλης Αγγελόπουλος
Στίχοι-Μουσική: Λ.Ζέρβα - Ανδρ.Σπυρόπουλου

Τετάρτη 9 Ιανουαρίου 2008

Brise marine

La chair est triste, hélas! et j'ai lu tous les livres.
Fuir! là-bas fuir! Je sens que des oiseaux sont ivres
D'être parmi l'écume inconnue et les cieux!
Rien, ni les vieux jardins reflétés par les yeux
Ne retiendra ce coeur qui dans la mer se trempe
O nuits! ni la clarté déserte de ma lampe
Sur le vide papier que la blancheur défend
Et ni la jeune femme allaitant son enfant. Je partirai!
Steamer balançant ta mâture,
Lève l'ancre pour une exotique nature!
Un Ennui, désolé par les cruels espoirs,
Croit encore à l'adieu suprême des mouchoirs!
Et, peut-être, les mâts, invitant les orages
Sont-ils de ceux qu'un vent penche sur les naufrages
Perdus, sans mâts, sans mâts, ni fertiles îlots...
Mais, ô mon coeur, entends le chant des matelots!

Stéphane Mallarmé, 1865

Τρίτη 8 Ιανουαρίου 2008

Mais il vient toujours une heure dans l'histoire où celui qui ose dire que deux et deux font quatre est puni de mort. L'instituteur le sait bien. Et la question n'est pas de savoir quelle est la récompense ou la punition qui attend ce raisonnement. La question est de savoir si deux et deux, oui ou non, font quatre.

Αlbert Camus
"La peste", 1947
éd. Gallimard, coll. Folio n°42

Δευτέρα 7 Ιανουαρίου 2008

dépôt

Κάποιο μεσημέρι όταν χαθεί, φώς μου, ο ήλιος
και φανεί τ'αστέρι της μεσονυχτιάς μες στα μαλλιά σου
στα χέρια μου θά'χω σφιχτά
τη ματωμένη σου καρδιά
και θα γελάω, απόμακρη,
για τα περίεργα, τρελλά, παράξενα όνειρά σου.

SUR LA POINTE DES PIEDS

Il n'y a plus rien qui reste
entre mes dix doigts
Une ombre qui s'efface
Au centre
un bruit de pas
Il faut étouffer la voix qui monte trop
Celle qui gémissait et qui ne mourait pas
Celle qui allait plus vite
C'est vous qui arrêtiez ce magnifique élan
L'espoir et mon orgueil
qui passaient dans le vent
Les feuilles sont tombées
pendant que les oiseaux comptaient
les gouttes d'eau
Les lampes s'éteignaient derrière les rideaux
Il ne faut pas aller trop vite
Crainte de tout casser en faisant trop de bruit.

Pierre Reverdy
"Sources du vent", 1947
éd. des Trois Collines

Σάββατο 5 Ιανουαρίου 2008

ΠΟΝΟΣ

-Μα τί έχετε;, του είπα. Μπορώ να..
-Έχω, είπε...τίποτα το σπουδαίο. Έχω...ένα δέκατο του δευτερολέπτου που φανερώνεται..Σταθείτε...υπάρχουν στιγμές που το σώμα μου φωτίζεται..Είναι πολύ περίεργο.Τότε βλέπω ξαφνικά μέσα μου...διακρίνω το βάθος των στιβάδων της σάρκας μου...και αισθάνομαι ζώνες πόνου, δακτύλιους, πόλους,θύσανους πόνου. Βλέπετε αυτά τα ζωντανά σχήματα; Αυτή τη γεωμετρία της οδύνης μου; Υπάρχουν κάποιες αστραπές που μοιάζουν εντελώς με ιδέες. Σε κάνουν να καταλάβεις,-από δω ως εκεί... Κι όμως μ'αφήνουν σε αβεβαιότητα. Αβεβαιότητα δεν είναι η λέξη... Όταν αυτό πάει να έρθει, βρίσκω μέσα μου κάτι το συγκεχυμένο ή το διάχυτο. Σχηματίζονται μέσα στο είναι μου τόποι...ομιχλώδεις, υπάρχουν εκτάσεις που κάνουν την εμφάνισή τους. Τότε ανασύρω από τη μνήμη μου ένα ζήτημα, ένα τυχόν πρόβλημα... Βυθίζομαι μέσα του. Μετράω κόκκους άμμου...και όσο τους βλέπω... Ο πόνος μου μεγαλώνει καθώς με αναγκάζει να τον παρατηρώ. Τον σκέπτομαι! Δεν περιμένω παρά μόνο την κραυγή μου...και μόλις την ακούσω, το αντικείμενο, το τρομερό αντικείμενο, καθώς γίνεται μικρότερο, όλο και μικρότερο, χάνεται από την εσωτερική μου θέαση...Τί μπορεί ένας άνθρωπος; Αντιμάχομαι τα πάντα,-εκτός από τον πόνο του σώματός μου, όταν ξεπεράσει ένα ορισμένο μέγεθος. Κι όμως από δω θάπρεπε ν'αρχίσω. Διότι να πονάς σημαίνει να δίνεις σε κάτι τη μέγιστη προσοχή, κι εγώ είμαι κάπως ο άνθρωπος της προσοχής...


Paul Valéry : Ο κύριος Τεστ
Μετ. Τίτος Πατρίκιος
εκδ.Ολκός/Μικρή Άρκτος, 1995

Παρασκευή 4 Ιανουαρίου 2008

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ

...Στο κάτω-κάτω, είπε από μέσα του, ίσως και η μία και η άλλη να είναι η ίδια, και η ζωή των αντρών να στρέφεται πάντα γύρω από μία μόνο γυναίκα: Εκείνη στην οποία συνοψίζονται όλες οι γυναίκες του κόσμου, αποκορύφωμα όλων των μυστηρίων και κλειδί όλων των απαντήσεων. Εκείνη που χειρίζεται τη σιωπή όπως κανείς, ίσως γιατί είναι μια γλώσσα που την μιλάει στην εντέλεια επί αιώνες. Εκείνη που κατέχει τη σοφή διαύγεια φωτεινών πρωινών, κοκκινωπών δειλινών και θαλασσών στο χρώμα του κοβαλτίου, μετριοπάθεια γεμάτη στωικισμό, άπειρη μελαγχολία και κούραση, πράγματα για τα οποία -ο Κόυ είχε αυτή την παράξενη βεβαιότητα- δεν αρκεί μία μόνο ύπαρξη. Ηταν αναγκαίο, επιπλέον και κυρίως, να είναι κανείς θηλυκό, γυναίκα, για να κοιτάξει με τέτοιο μείγμα πλήξης, σοφίας και κούρασης. Για να διαθέτει αυτή την οξεία διεισδυτικότητα, όπως ένα φύλλο ατσαλιού, που είναι αδύνατον να τη μάθεις ή να τη μιμηθείς, φτιαγμένη από τη μακρά γενετική μνήμη αναρίθμητων ζωών, καθώς ταξίδευε σαν λάφυρο στο αμπάρι κοίλων και μαύρων πλοίων, με τους μηρούς ματωμένους ανάμεσα σε ερείπια που καπνίζουν και πτώματα, υφαίνοντας και ξεϋφαίνοντας τάπητες για ατελείωτους χειμώνες, γεννώντας άντρες για καινούργιες Τροίες και περιμένοντας την επιστροφή εξαντλημένων ηρώων, θεών με πόδια από πηλό, τους οποίους ενίοτε αγαπούσε, συχνά φοβόταν και σχεδόν πάντα, αργά ή γρήγορα, απέρριπτε.

Αρτούρο Πέρεθ-Ρεβέρτε
Ο ναυτικός χάρτης
εκδ. Πατάκη, 2002, μετ. Δ.Δημουλάς

Πέμπτη 3 Ιανουαρίου 2008

WIDOW WITH A SORROW

Dear Wind that shakes the barley free
Blow home my true love's ship to me,
fill the sail
I a-weary wait upon the shore.
Forsake her not in times of storm
Protect her oaken beams from harm,
fill her sail
I a-weary wait upon the shore.
Whither he be in Africa or deep asleep in India,
fill his dreams
I a-weary wait upon the shore.
Dear snow white gulls upon the wave
I, like you, am lamenting, for my love.
I a-weary cry upon the shore.
And in my chariot of sleep,
I ride the vast and dreamy deep deep sea.
I awake a-weary on the shore.
Seven years and Seven days,
no man has seen my woman ways, dear God.
I a-weary cry upon the shore.
Along the shingled beach I go
The wind about me as I make my way
to my weary dream upon my bed.
Dear Wind that shakes the barley free
Blow home my true love's ship to me,
fill the sail.
I a-weary wait upon the shore.

Donovan

Τετάρτη 2 Ιανουαρίου 2008

στους κόπρους...

Μια φορά κι έναν καιρό υπήρχε ένας κόπρος που τον έλεγαν Λάμπη Αστράφτη. Πιστεύω πως έζησε ευτυχισμένος, όχι σαν κόπρος -ευτυχώς ή δυστυχώς, ποιος ξέρει, αλλά σαν σύντροφος. Στους Λάμπηδες αυτού του κόσμου ευχές πολλές για μια χρονιά γεμάτη χάδια, πίστη, παιχνίδι, αγάπη και προπάντων...κόκκαλα!!!

Τρίτη 1 Ιανουαρίου 2008

ά-νοστον

Δεν ξέρεις τί'ναι να γυρνάς, μονάχη, τα χαράματα
σε τόπους που δεν μπόρεσες ποτέ σου να ποθήσεις
να καρτεράς μη και γινούν τα μύρια όσα θάματα
μη και βρεθείς στα γνώριμα π 'αγάπαγες να ζήσεις

ΘΕΑΤΑΙ

Ολίγα πράγματα. Ολίγα επράξαμεν. Σχεδόν τα ελάχιστα, τα ει δυνατόν.
Τα δεν μας άφησαν, δεν ημπορούσαμε, δικαιολογίες.
Απλώς δεν θελήσαμε
γιατί το θάρρος ολίγο ήτο επίσης.
Αφήσαμε τους άλλους να γνωρίσουν τον κόσμο,
να κάμουν τις ανακαλύψεις,
να ζήσουν την περιπέτειαν όλην, τον έρωτα ολόκληρον
με όλον το πάθος που απαιτεί.
Ημείς υπήρξαμε θεαταί.
Βεβαίως εις την πρώτην σειράν,
εκ του σύνεγγυς,
εις την πρώτην γραμμήν και τα τοιαύτα...
παρόλαυτα θεαταί...απλώς θεαταί...
Τίποτε άλλο.

Θεμιστοκλής Πάνου